Χρήστος Κορολής και Μαρινίκη Κολιαράκη – Αλληλέγγυο Σχολείο Μεσοποταμίας
Η παρατεταμένη οικονομική και πολιτική κρίση που ξεκίνησε στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας σηματοδότησε για την κοινωνία μας το ξεκίνημα μιας πρωτόγνωρης εποχής. Η απότομη συρρίκνωση κάθε έννοιας κοινωνικής προστασίας άφησε πίσω της τεράστια ανασφάλεια και δυστυχία, ταυτόχρονα, όμως, αποτέλεσε την απαρχή ενός δυναμικού κινήματος αντίστασης, ελπίδας και δημιουργίας. Ακόμα και άνθρωποι που μέχρι τότε δεν είχαν ασχοληθεί ποτέ με τις συλλογικές διεκδικήσεις ή είχαν αποσυρθεί από αυτές συνέβαλαν στη δημιουργία κινηματικών δομών νέου τύπου, οι οποίες απλώθηκαν στις γειτονιές των πόλεων. Κοινά χαρακτηριστικά τους η ισότιμη συμμετοχή των μελών, η συνδιαχείριση πόρων, ο επαναπροσδιορισμός της ίδιας της έννοιας της πολιτικής. Η ανάπτυξη αυτών των νέων μορφών συλλογικής δράσης, ωστόσο, ήταν κάτι πολύ παραπάνω από μια πρόσκαιρη ανακλαστική αντίδραση: Η οικονομική κρίση αποτέλεσε την αφορμή που συναντήθηκε με την ανάγκη για έναν διαρκή αγώνα απέναντι σε ένα διαχρονικά βαθύ έλλειμμα δημοκρατίας.
Τα Αλληλέγγυα Σχολεία δημιουργήθηκαν μέσα στις ρωγμές της δημόσιας εκπαίδευσης, που στη χώρα μας δεν είναι στην πραγματικότητα ούτε δημόσια ούτε δωρεάν. Όχι μόνο εξαιτίας του διαχρονικά ανταγωνιστικού – εξετασιοκεντρικού χαρακτήρα του δημόσιου σχολείου, το οποίο ευνοεί την ιδιωτική δαπάνη, αλλά και της όλο και μεγαλύτερης σύνδεσης της εκπαίδευσης με τις επιταγές της αγοράς εργασίας και της εξέλιξής της σε ένα δια βίου κυνήγι απόκτησης πιστοποιητικών ατομικών προσόντων. Με το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης και την όξυνση των ανισοτήτων λόγω της αδυναμίας πρόσβασης μεγάλου μέρους του πληθυσμού στην ιδιωτική παραπαιδεία, συλλογικότητες και πρωτοβουλίες εκπαιδευτικών σε διάφορα σημεία της χώρας ένωσαν τις δυνάμεις τους με το πλατύ ρεύμα αλληλεγγύης οργανώνοντας εθελοντικά μαθήματα υποστηρικτικής διδασκαλίας. Στην πορεία των χρόνων, πολλές από τις δράσεις αυτές συναντήθηκαν τόσο με άλλες συλλογικότητες και κινηματικούς χώρους όσο και με σχολεία μεταναστών και προσφύγων, που λειτουργούν ήδη από τις αρχές της χιλιετίας αρθρώνοντας έναν ευρύτερα πολιτικό και μετασχηματιστικό λόγο.
Το Δίκτυο Αλληλέγγυων Σχολείων αγωνίζεται με στόχο τη δημιουργία και εδραίωση ενός ολιστικού κινήματος στην εκπαίδευση, το οποίο, ταυτόχρονα με τις διαχρονικές του διεκδικήσεις, θα έχει ως χαρακτηριστικά του την τοπικότητα, τη χρήση εναλλακτικών παιδαγωγικών μεθόδων, τη συμμετοχική διαχείριση. Γιατί το σχολείο, πέρα από τον βασικό εκπαιδευτικό του ρόλο, αποτελεί ως κοινότητα τον χώρο στον οποίο οι νεαροί πολίτες αποκτούν κοινωνικές δεξιότητες και δημοκρατική συνείδηση. Δυστυχώς, στο πλαίσιο της σχολικής κοινότητας, η γνώμη και η βούληση των μαθητών εκφράζονται αποκλειστικά μέσω του 15μελούς συμβουλίου, το οποίο έχει ευθύνη για έναν συγκεκριμένο, αυστηρά οριοθετημένο αριθμό θεμάτων. Ως εκ τούτου, το σχολείο αντί να συμβάλει στην καλλιέργεια της δημοκρατικής συνείδησης του μαθητικού κοινού συντελεί τελικά στη διαιώνιση μιας αναθετικού τύπου δημοκρατίας. Παράλληλα, οι ανησυχίες και τα ενδιαφέροντα των εφήβων, όπως είναι η κλιματική αλλαγή ή ζητήματα σεξουαλικού προσανατολισμού και ταυτότητας φύλου, αλλά και απλές ανησυχίες που σχετίζονται με την καθημερινότητά τους, ουσιαστικά δεν βρίσκουν χώρο να εκφραστούν και αντιμετωπίζονται ως μια πραγματικότητα ξένη προς το σχολικό πρόγραμμα. Τα αλληλέγγυα σχολεία, ως χώροι στους οποίους η μάθηση συναντά τις επιμέρους τοπικές πολιτιστικές αναφορές, την κοινωνική καινοτομία και τα σύγχρονα κινήματα, ψηλαφίζουν τις δυνατότητες διεύρυνσης του παιδαγωγικού χαρακτήρα της εκπαίδευσης. Μέσα από εναλλασσόμενους ρόλους, συνελεύσεις μαθητών, καθηγητών και γονιών δημιουργούνται οι προϋποθέσεις ώστε να μπολιαστεί το δημόσιο σχολείο με νέες ιδέες και πρακτικές συλλογικής ζωής, καταργώντας οποιονδήποτε περιορισμό λόγω ηλικίας ή γλώσσας. Με τον τρόπο αυτό, συμβάλλουν στην απόκτηση εμπειρίας που θα επιτρέψει να αρθρωθούν τα υπαρκτά αιτήματα των μαθητών.
Στην πορεία αυτής της διαδρομής γίνεται αντιληπτό όλο και περισσότερο ότι η δημοκρατία δεν είναι απλώς ένα μοντέλο λήψης αποφάσεων που λειτουργεί με αυτόματους μηχανισμούς. Γι’ αυτό, επιδιώκεται η διαρκής αναζήτηση νέων τρόπων ουσιαστικού διαλόγου και συλλογικής δράσης, η ουσιαστική εμπλοκή μαθητών, γονιών και εκπαιδευτικών στη διαμόρφωση του εκπαιδευτικού γίγνεσθαι, η σύνθεση των διαφορετικών απόψεων σε όλα τα επίπεδα. Επιχειρείται η επανεφεύρεση της αντιπροσώπευσης, η οποία πρέπει να αποσυνδεθεί από τη λογική της ανάθεσης, από παγιωμένους ρόλους και ιεραρχίες, να θεμελιώνεται στον διάλογο και στην ατομική ευθύνη για την καθημερινή δράση, να ελέγχεται και να αξιολογείται από τους ίδιους τους εμπλεκομένους και όχι από κάποια εξωτερική, αόρατη εξουσία με παρεμβατικό ρόλο. Τα Αλληλέγγυα Σχολεία είναι αντίθετα σε κάθε μορφής προσφορά η οποία γεννά και διαιωνίζει τη διάκριση ωφελουμένων-«αναξιοπαθούντων» και δωρητών-προνομιούχων. Ομοίως, διαφέρουν με τις θεσμοθετημένες και δεμένες με τον γραφειοκρατικό μηχανισμό κοινωνικές υπηρεσίες ή τα συνεργαζόμενα με το κράτος ιδιωτικά φιλανθρωπικά ιδρύματα, που δεν αφήνουν περιθώρια ενεργούς και δημιουργικής συμμετοχής. Προσβλέπουν στην ενίσχυση του κοινωνικού ρόλου του ατόμου και στη δημιουργία ενός κοινωνικού δικτύου προστασίας για όλες και όλους.
Την επόμενη μέρα, με ευαίσθητες κεραίες θα συνεχίσουμε να αφουγκραζόμαστε τα αιτήματα και να τα εκφράζουμε μέσα από ένα κοινωνικό κίνημα για την παιδεία, μέσα και έξω από την τάξη, το οποίο θα ενώνεται με όλα τα επιμέρους κινήματα για τον πολιτισμό, τα δικαιώματα, τις έμφυλες ταυτότητες, το περιβάλλον και τελικά την ίδια τη δημοκρατία. Πρωταρχικός στόχος στο πλαίσιο των ήδη υπαρχουσών δράσεων και όσων θα ακολουθήσουν είναι η ατομική ενδυνάμωση μέσα από τη συλλογική κοινωνική δράση. Θα συνεχίσουμε να διεκδικούμε δημιουργώντας και αξιοποιώντας την απόκτηση κοινής εμπειρίας, έχοντας πάντα ως όραμα τη δημοκρατικοποίηση της παιδείας.
Δημοσιεύθηκε στο ένθετο «Θρανία της Αλληλεγγύης», Απρίλιος 2021, Εφημερίδα των Συντακτών