της Ελευθερίας Κουμάντου – δημοσιογράφος
Γράφω αυτό το κείμενο το πρωί της 8ης Μάρτη.
Το πρωινό μια παγκόσμιας μέρας που απέχει πολύ ακόμη από το να είναι γιορτή.
Θυμάμαι ο πατέρας μου έφερνε λουλούδια στην μητέρα μου, κάθε τέτοια μέρα. Από τότε πέρασαν χρόνια και δυστυχώς στο μυαλό μου δεν έχω την συγκεκριμένη μέρα ως μέρα γιορτής, αλλά μέρα υπόμνησης και διεκδίκησης για όλα όσα ακόμα δεν μας επιτρέπουν να γιορτάζουμε, η ανισότητα στους μισθούς, η ανισότητα στις σχέσεις. Πατριαρχία, γυναικοκτονία, έμφυλη βία, κακοποίηση, βιασμός, μερικές από τις λέξεις που εισέβαλαν στη ζωή πολλών γυναικών βίαια, είτε γιατί οι ίδιες είμαστε θύματα , είτε γιατί μια φίλη μας, μια συνάδελφος, μια γειτόνισσα είναι θύμα. Γιατί χρειάστηκε να πάμε σε ένα νοσοκομείο. Να βρούμε μια δικηγόρο, ένα σπίτι να φιλοξενήσει μια γυναίκα με το παιδί της που κρύβεται. Να μαζέψουμε χρήματα για τα δικαστικά έξοδα μιας γυναίκας που προσέφυγε στη δικαιοσύνη.
Πολλές γυναίκες άνοιξαν ξανά φεμινιστικά βιβλία. Διάβασαν , οργανώθηκαν, μπήκαν σε συλλογικότητες, συσπειρώθηκαν και έγιναν δίχτυ ασφαλείας γύρω από τα θύματα. Ο όρος γυναικοκτονία βρέθηκε στο επίκεντρο της δημόσιας συζήτησης που πολλές φορές εξελίχθηκε ακόμη και σε διαμάχη. Αυτή η μάχη κερδήθηκε και ποια ο όρος έχει επικρατήσει στην δημόσια σφαίρα, ακόμη και στα mainstream ΜΜΕ. Μια μάχη όμως που κερδήθηκε όμως με πολύ πονο και αίμα. Μένει η άλλη μάχη, αυτή της νομικής κατοχύρωσης του όρου.
Το 2021 είχαμε σχεδόν κάθε μήνα και μια γυναικοκτονία. Μια δολοφονημένη γυναίκα από το χέρι του πρώην ή νυν συντρόφου /συζύγου της. Του άντρα που είχε στο παρελθόν ερωτευτεί, και πολλές φορές πιθανόν να είχε αποκτήσει και παιδιά μαζί του. Τους πρώτους μήνες του 2022 έχουμε ήδη δυο καταγεγραμμένες γυναικοκτονίες.
Κάθε φορά που δημοσιοποιείται μια σχετική είδηση, τα social media κατακλύζονται από παροτρύνσεις να μορφώσουμε τους γιους μας, να μορφώσουμε τα παιδιά μας. Κάθε φορά έχω την αγωνία για το πως μεγαλώνω τον γιο μου. Η αλήθεια είναι ότι έχουμε μιλήσει πολύ και έχω προσπαθήσει να εξηγήσω όλους αυτούς τους δύσκολους όρους που πονάνε. Αλλά μιλήσαμε και για τους όρους αλληλεγγύη, στήριξη , ενδυνάμωση. Είπαμε ότι πιστεύουμε τα θύματα, τα στηρίζουμε και απλώνουμε το χέρι σε οποίο κορίτσι, όποια γυναίκα, όποια θηλυκότητα έχει ανάγκη. Δεν ξέρω αν αυτό φτάνει. Πάντα έχω στο πίσω μέρος του μυαλού μου ότι χρειάζεται παραπάνω δουλειά. Πιο οργανωμένη. Προετοιμασμένη από ειδικούς που θα έχουν επεξεργαστεί τις πληροφορίες που αφορούν τις ανθρώπινες σχέσεις με τέτοιο τρόπο που θα είναι κατανοητές από τα παιδιά. Που θα φτάνει μέσω σχετικών σχολικών προγραμμάτων σε όλα τα παιδιά. Που θα γίνουν κτήμα όλων των παιδιών ανεξαρτήτως οικογενειακού περιβάλλοντος. Ανεξαρτήτως των στερεοτύπων που κινείται η κάθε οικογένεια.
Βέβαια δεν είναι λίγες οι φορές που έχουμε δει κακοποιητικό λόγο και από τους ίδιους τους διδάσκοντες, οπότε σίγουρα και οι ίδιοι χρειάζονται επιμόρφωση. Όχι μόνο για το τι θα κληθούν να διδάξουν οι ίδιοι αλλά και για να μπορούν να εντοπίσουν σημάδια πραγματικά και ψυχολογικά σε παιδιά που τυχόν χρειάζονται βοήθεια.
Η σχολική αίθουσα δεν είναι μόνο ένας χώρος που εξυπηρετεί τις ανάγκες της εκπαίδευσης. Είναι ένας χώρος συμπερίληψης που μπορεί και πρέπει να λειτουργεί εκπαιδευτικά, δημιουργικά και προστατευτικά για όλα τα μέλη της εκπαιδευτικής κοινότητας όπως προσπαθούν να λειτουργησουν πχ τα αλληλέγγυα σχολεία. Στις αιθουσες των αλληλέγγυων σχολείων μαθητές και δάσκαλοι ή καθηγητές δεν συνυπάρχουν απλώς καταρρίπτοντας κοινωνικά στερεότυπα αλλα συμπορεύονται δημιουργώντας μια σχολική κοινότητα που θα θέλαμε όλοι οι γονείς να γνωρίσουν τα παιδιά μας.