Των Δρ ΣΕΡΝΤΑΡ Μ. ΝΤΕΓΚΙΡΜΕΝΤΣΙΟΓΛΟΥ & Δρ ΤΣΙΝΤΕΜ ΚΟΤΙΛ, Academics for Peace / Καθηγητές για την Ειρήνη
Μετάφραση: ΣΩΤΗΡΗΣ ΛΙΒΑΣ, Εναλλακτικό Πολιτιστικό Εργαστήρι της Κέρκυρας
Μια από τις πιο ενοχλητικές ερωτήσεις που ακούγαμε συνεχώς από το 2015 μέχρι και σήμερα ήταν το «μα γίνεται πόλεμος στο Αφγανιστάν;» Όσοι έκαναν την ερώτηση αυτή, εξέφραζαν συχνά τη δυσφορία τους για την άφιξη των προσφύγων στην Ελλάδα. Θα μπορούσαν, πολύ εύκολα, να μάθουν τα πάντα για την εισβολή στο Αφγανιστάν, αλλά δεν το έκαναν – δεν τους ενδιέφερε. Ελάχιστοι ανάμεσά τους έπιαναν κουβέντα με τους πρόσφυγες, ακόμη και αν κάποιοι έμεναν κοντά τους, δίπλα τους. Τώρα που η εισβολή τελείωσε και που επιτέλους όλος ο κόσμος μοιάζει να έχει μάθει τα πάντα για τον εικοσαετή πόλεμο στο Αφγανιστάν, το ερώτημά τους πρέπει να έχει απαντηθεί – επιτέλους.
Τέτοιου είδους απορίες, που τροφοδοτούνται από τη δεξιά προπαγάνδα, μοιάζουν συχνά να έχουν ριζώσει στην κοινή συνείδηση του κόσμου. Μόλις προχθές ακούσαμε κάτι παρόμοιο: «μα γιατί ένας Τούρκος καθηγητής πανεπιστημίου να επιλέξει να έρθει παράνομα στην Ελλάδα;» Η απάντηση θα μπορούσε να είναι πολύ σύντομη και απλή: τρέχουν κυνηγημένοι να γλυτώσουν από τις διώξεις του τουρκικού καθεστώτος, να σωθούν από τη μοχθηρότητα της εκστρατείας του κατά της αλήθειας. Θα μπορούσαμε επίσης να μιλήσουμε για τις ομοιότητες με την ελληνική στρατιωτική χούντα: για την καταπίεση, τις διώξεις, τα βασανιστήρια και, φυσικά, τις αυτοεξορίες των αντιστασιακών.
Όσοι κάνουν αυτές τις ερωτήσεις μοιάζουν να έχουν ήδη ξεχάσει τον Μίκη Θεοδωράκη, προς τιμήν του οποίου κηρύχθηκε πρόσφατα στη χώρα τριήμερο εθνικό πένθος, αλλά και πολλούς άλλους που τον ακολούθησαν στην εξορία. Η υπουργός Πολιτισμού θρήνησε για τον χαμό του μεγάλου συνθέτη: «σήμερα χάσαμε ένα κομμάτι της ψυχής της Ελλάδας» είπε. Αυτό που δεν είπε ήταν τι συμβόλιζε ο Θεοδωράκης: το πνεύμα της αντίστασης. Η χούντα έπεσε ακριβώς γιατί υπήρξε αντίσταση εναντίον της και τα πανεπιστήμια έπαιξαν έναν ρόλο κομβικής σημασίας σε αυτήν: η εξέγερση του Πολυτεχνείου συνέβη επειδή οι φοιτητές δεν φοβήθηκαν να ορθώσουν το ανάστήμά τους σε ένα βάρβαρο καθεστώς. Αυτός είναι ακριβώς ο λόγος για τον οποίο τόσοι καθηγητές πανεπιστημίου και διανοούμενοι αναγκάζονται να εγκαταλείψουν την Τουρκία: μιλάνε για τα εγκλήματα ενός βάρβαρου καθεστώτος.
Πολιτικές ολέθρου
Το καλοκαίρι του 2015, ο θάνατος έγινε στην Τουρκία μηχανισμός άσκησης πολιτικής. Το κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) κατέβαινε στις εκλογές με στόχο την τέταρτη συνεχόμενη νίκη του. Η επιδίωξή του ήταν η ευρύτερη δυνατή πλειοψηφία ώστε να αλλάξει το σύνταγμα και να επιβάλει σύστημα προεδρικής δημοκρατίας, στα πρότυπα των ΗΠΑ. Κάτι τέτοιο θα έδινε τεράστια δύναμη στον πρόεδρο Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν. Ο Ερντογάν συχνά προειδοποιούσε για το χάος που θα ακολουθούσε ακόμη και στην περίπτωση μιας ισχνής νίκης του – πόσο μάλλον μιας ήττας του.
Στις 7 Ιουνίου το εκλογικό σώμα έδωσε στο Δημοκρατικό Κόμμα των Λαών (HDP) τη δυνατότητα να περάσει το όριο του 10% – τον κόφτη δηλαδή που χρησιμοποιείται αυθαίρετα για να περιθωριοποιούνται τα κόμματα που εκπροσωπούν τους Κούρδους και το κίνημά τους. Η επιτυχία του HDP σήμανε την απώλεια της πλειοψηφίας του AKP. Οι ισορροπίες στο κοινοβούλιο ήταν λεπτές. Ο πρόεδρος δεν ακολούθησε την πολιτική οδό. Αντίθετα, επέλεξε να εφαρμόσει μια πολιτική επιβολής και θανάτου. Οι ειρηνευτικές συνομιλίες με τους αντάρτες διακόπηκαν. Σε πολλές πόλεις επιβλήθηκε στρατιωτικός νόμος και το καθεστώς αντιμετώπισε τους πολίτες στις κουρδικές περιοχές με ωμή βία. Η βαρβαρότητα προσέλκυσε τους σκληροπυρηνικούς και τους φασίστες.
Οι κηδείες των μαρτύρων ξανάγιναν της μόδας. Το καθεστώς ωθούσε τους νέους να επιζητούν τον μαρτυρικό θάνατο στο πεδίο της μάχης. Ο Ερντογάν προκήρυξε πρόωρες εκλογές για τις 7 Νοεμβρίου, γνωρίζοντας από πριν ότι το αίμα και το χάος θα του έφερναν ψήφους. Το ΑΚΡ πήρε πίσω την πλειοψηφία που είχε χάσει. Και προς τα τέλη του 2015, με την ειρήνη να ξεθωριάζει και να χάνεται, η Τουρκία έμοιαζε πλήρως παγιδευμένη στους μηχανισμούς του ολέθρου.
Για τον λόγο αυτόν, χίλιοι και πλέον ερευνητές, διανοούμενοι και καθηγητές πανεπιστημίου (Academics for Peace / Καθηγητές για την Ειρήνη) υπέγραψαν ένα μανιφέστο, με το οποίο ζητούσαν από το καθεστώς Ερντογάν να σταματήσει αμέσως την αδίστακτη και βάρβαρη καταστολή στα νοτιοανατολικά, που είχε ήδη οδηγήσει σε αμέτρητους θανάτους αμάχων. Το μανιφέστο δημοσιεύθηκε στις 11 Ιανουαρίου 2016. Η απάντηση του καθεστώτος ήταν να κατευθύνει εναντίον τους μια λυσσαλέα εκστρατεία λιντσαρίσματος.
Σε λιγότερο από μια εβδομάδα, οι διοικήσεις των αντίστοιχων πανεπιστημίων έλαβαν εντολές να «ασχοληθούν» με το πρόβλημα. Πολλοί καθηγητές δέχθηκαν ισχυρές πιέσεις να ανακαλέσουν τις υπογραφές τους. Πολλοί δέχθηκαν απειλές ακόμη και για τη ζωή τους. Με την εξαίρεση ελάχιστων, μετρημένων στα δάχτυλα, τμημάτων, ξεκίνησαν παντού πειθαρχικοί έλεγχοι με μοναδικό στόχο να κλείσουν τα στόματα αυτών που μιλούσαν. Σε πολλά ιδιωτικά πανεπιστήμια άρχισαν οι απολύσεις.
Μετά, στις 15 Ιουλίου 2016, είχαμε το «αποτυχημένο» πραξικόπημα. Ο Ερντογάν αποκάλεσε την απόπειρα «δώρο από τον Θεό», κι αυτό γιατί έδωσε τη δυνατότητα στο καθεστώς να κηρύξει τη χώρα σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης και να αρχίσει εκκαθαρίσεις – και στα πανεπιστήμια. Καθώς το ένα διάταγμα ακολουθούσε το άλλο, όλο και περισσότεροι από τους Καθηγητές για την Ειρήνη έχαναν τις θέσεις τους και κάθε είδους δημόσιο αξίωμα, σε μια μορφή «πολιτικού θανάτου» όπου ένα άτομο αποκλείεται δια βίου από τη δημόσια ζωή.
Τον Ιούλιο του 2018, όταν επιτέλους υπήρξε άρση των μέτρων, οι περισσότεροι από όσους είχαν υπογράψει το μανιφέστο μαζί με όσους καθηγητές αντιμετωπίζονταν ως σοσιαλιστές, είχαν εκδιωχθεί από τα πανεπιστήμια. Μόνο μια δράκα σχολών, ιδιωτικών και δημόσιων, παρέμεναν ανέπαφες. Αυτή ήταν η μεγαλύτερη σε έκταση και πιο άγρια εκκαθάριση στην ακαδημαϊκή ιστορία της χώρας.
Οι ζωές πολλών Καθηγητών για την Ειρήνη άλλαξαν δραματικά. Πολλοί προσπάθησαν να γλιτώσουν από τον “πολιτικό θάνατο” και να καταφύγουν στην εξορία. Αλλά και αυτό ήταν απαγορευμένο: πολλών τα διαβατήρια είχαν ακυρωθεί. Άλλοι πάλι είχαν μπει στη μαύρη λίστα και τους σταμάτησαν στο αεροδρόμιο. Άλλοι, τέλος, έχασαν θέσεις στο εξωτερικό ή υποτροφίες, γιατί τους απαγορεύτηκε η έξοδος.
Η μοχθηρότητα του καθεστώτος δεν σταματάει εδώ. Αν κάποιος κατάφερνε να δραπετεύσει, το καθεστώς αρνιόταν να χορηγήσει διαβατήριο στη σύζυγο ή να την αφήσει να φύγει. Η αστυνομία συνήθως έλεγε: «Κοίτα, θα σου δώσουμε διαβατήριο μόλις επιστρέψει ο άντρας σου». Το καθεστώς κρατούσε τις γυναίκες των ανθρώπων αυτών σε ομηρία. Αλλά ακόμη και στο εξωτερικό, κανείς δεν ήταν ασφαλής. Τα προξενεία της χώρας ήταν επικίνδυνο έδαφος γι’ αυτούς. Όποτε τους δινόταν η ευκαιρία, οι υπάλληλοι προέβαιναν σε κατασχέσεις διαβατηρίων, για να τους αφήσουν «χωρίς χαρτιά», «πολιτικά νεκρούς» ακόμη και εκεί, στην εξορία.
Αντίσταση και αλληλεγγύη
Αυτός ακριβώς είναι ο λόγος για τον οποίο πολλοί καθηγητές πανεπιστημίου αναγκάστηκαν να καταφύγουν στην Ελλάδα «παράνομα». Και το ίδιο έκαναν και οι γυναίκες τους. Αλλά, ακόμη και μακριά από τη χώρα τους, οι Καθηγητές για την Ειρήνη συνεχίζουν να αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι του τεράστιου ρεύματος που αγωνίζεται στην Τουρκία για δικαιοσύνη και ειρήνη. Συμμετέχουν στην αντίσταση στο βάρβαρο καθεστώς που είναι καταδικασμένο να καταρρεύσει. Λαμβάνουν ενεργό μέρος στα δίκτυα αλληλεγγύης των δημοκρατικών δυνάμεων στις χώρες που ζουν τώρα. Στην Τουρκία είχαν ιδρύσει τις Αλληλέγγυες Ακαδημίες. Στην Ελλάδα συμμετέχουν στα Αλληλέγγυα Σχολεία. Ο αγώνας για ειρήνη, δικαιοσύνη και δημοκρατία συνεχίζεται.