των Μαρινίκης Κολιαράκη – Αλληλέγγυο Σχολείο Μεσοποταμίας και Μίλτου Τόσκα – Μαθήματα για όλους Ετεροτοπίας
Κρίση οικονομική, ανθρωπιστική, υγειονομική… Περισσότερο από μια δεκαετία βρισκόμαστε αντιμέτωπες και αντιμέτωποι με πολλαπλές κρίσεις που επηρεάζουν κάθε πτυχή της καθημερινότητα μας, της καθημερινότητας στο δημόσιο σχολείο αλλά και τη συλλογική μας ζωή.
Οι ανάγκες των μαθητών και των μαθητριών, που βιώνουν τις συνέπειες σε κάθε γωνιά της χώρας, αποτελούν για τα αλληλέγγυα σχολεία την πυξίδα με την οποία επιλέγουμε να πορευόμαστε. Συνέπειες που περιλαμβάνουν τη σχολική διαρροή, την ενίσχυση των ανισοτήτων, την ανάδειξη συμπεριφορών εκφοβισμού, τη διαμόρφωση εν τέλει ενός σχολείου ταξικού, εξαντλητικού, μη συμπεριληπτικού.
Φέτος, μετά από δυόμισι χρόνια πρωτόγνωρων συνθηκών, πανδημίας και lockdown, οι μαθητές και οι μαθήτριες κλήθηκαν να δώσουν εξετάσεις με Τράπεζα Θεμάτων στην Α και Β λυκείου και με ελάχιστη βάση εισαγωγής στη Γ λυκείου.
Εννιά χιλιάδες λιγότεροι μαθητές θα συνεχίσουν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση αλλά δεκάδες χιλιάδες θα συνεχίσουν να έρχονται αντιμέτωποι με το άγχος, το φόβο, την πίεση του δημόσιου σχολείου.
Ένας εξουθενωτικός αγώνας δρόμου…
“Θα βγει η ύλη; Θα προλάβω να κάνω επανάληψη; Θα γράψω καλά; Θα περάσω την τάξη; Θα περάσω στο πανεπιστήμιο;” είναι μερικά μόνο από τα ερωτήματα που διαμορφώνουν την καθημερινότητα των νέων ατόμων.
Το όχι και τόσο μακρινό 2014, τα αποτελέσματα της τράπεζας θεμάτων έκριναν χιλιάδες μετεξεταστέους/ες. Μόλις πέρυσι, η Ελάχιστη Βάση Εισαγωγής οδήγησε 40.000 άτομα εκτός ΑΕΙ ενώ χιλιάδες θέσεις έμειναν χωρίς εισακτέους.
Σε ένα ήδη εντατικό σχολείο, αυτά τα μέτρα ήρθαν να κάνουν καθημερινότητα την αξιολόγηση και κανονικότητα το άγχος, «αποστειρώνοντας» την εκπαιδευτική διαδικασία από κάθε ευχάριστη στιγμή, κάνοντας την ολοένα και πιο απωθητική. Η μάθηση αντικαθίσταται από ένα στείρο κυνήγι βαθμών και η ανάπτυξη της κριτικής σκέψης περιθωριοποιείται από την αποστήθιση κειμένων και την απομνημόνευση μεθόδων επίλυσης ασκήσεων χωρίς κατανόηση των εννοιών και των διεργασιών που τις συνδέουν. Όσοι δεν μπορούν να ακολουθήσουν τις απαιτήσεις του σχολικού προγράμματος ωθούνται εκτός της τάξης. Η πίεση για καλύτερες επιδόσεις είναι ανταγωνιστική προς τα συναισθήματα και τις ανησυχίες των εφήβων μαθητών και μαθητριών, που θέλουν να κοινωνικοποιηθούν και να εκφραστούν αλλά δεν βρίσκουν τρόπο και διέξοδο.
Η νέα πραγματικότητα περιορίζει ακόμα περισσότερο τις δυνατότητες έκφρασης στο σχολείο. Οι κοινωνικές επιστήμες και τα καλλιτεχνικά μαθήματα, που δημιουργούν το πλαίσιο έκφρασης προβληματισμών και συναισθημάτων στην τάξη, περιορίζονται. Η τηλεκπαίδευση, παρόλο που χρησιμοποιήθηκε ως λύση ανάγκης, επανέρχεται κάθε φορά που τα σχολικά κτίρια πρέπει να παραμείνουν κλειστά, ακόμα και ενάντια σε συλλογικές αποφάσεις όπως συνέβη με τις μαθητικές καταλήψεις. Το σχολείο αποσπάται από τον κοινωνικό του ρόλο, δεν δίνει χώρο για κοινωνικό προβληματισμό και επομένως δεν αποτελεί έναν ασφαλή χώρο, που να ενδυναμώνει τις κοινωνικές δεξιότητες των μαθητών. Έτσι, αντί να μαθαίνουν πως να συνεργάζονται, να συζητούν και να σέβονται το διαφορετικό, μαθαίνουν από νωρίς να ανταγωνίζονται μεταξύ τους.
Η δημόσια και «δωρεάν» παιδεία στοιχίζει ακριβά…
Φροντιστήρια, ξένες γλώσσες, αθλήματα, καλλιτεχνικά μαθήματα, αποτελούν μεγάλο μέρος των οικογενειακών εξόδων. Ακόμα και αν στη χώρα μας όλες οι βαθμίδες εκπαίδευσης είναι δημόσιες, το εκπαιδευτικό σύστημα είναι εξετασιοκεντρικό και ο ιδιωτικός τομέας καλύπτει σχεδόν εξ ολοκλήρου την ανάγκη προετοιμασίας για τις εξετάσεις, καθώς και τις ξενόγλωσσες ή άλλες πιστοποιήσεις δεξιοτήτων.
Τα δύο χρόνια τηλεκπαίδευσης έχουν δημιουργήσει πολλά μαθησιακά κενά, ενώ οι μαθήτριες και οι μαθητές έπρεπε να θυμηθούν τον τρόπο να μαθαίνουν. Ιδιαίτερα τα παιδιά με μεταναστευτικό υπόβαθρο, αντιμετώπισαν πρόβλημα με την εκμάθηση της γλώσσας. Το έλλειμμα που υπάρχει διαχρονικά έγινε εντονότερο αφού η καραντίνα δεν επέτρεψε την κοινωνικοποίηση με συνομηλίκους.
Η ανάγκη, η διεκδίκηση και τα Αλληλέγγυα Σχολεία…
Όλα τα παραπάνω, γέννησαν τα αλληλέγγυα σχολεία.
Η ανάγκη να μη στερηθεί κανένας και καμία την πρόσβαση στη γνώση γέννησε τα εγχειρήματα μας. Όλα αυτά τα χρόνια, η επιλογή να απαντήσουμε στις πραγματικές ανάγκες που γεννούν φραγμούς και ανισότητες, όσο και αν αυτές θέτουν διαφορετικές προτεραιότητες σε σχέση με το φαντασιακό του σχολείου που ονειρευόμαστε, οδήγησε σε έναν χώρο δημιουργικών αντιστάσεων.
Πλέον, εκατοντάδες μαθήτριες και μαθητές περνούν από τα αλληλέγγυα σχολεία μας κάθε χρόνο. Εκατοντάδες είναι εκείνες και εκείνοι από αυτούς που συνεχίζουν τις σπουδές τους στην τριτοβάθμια εκπαίδευση.
Ο ρόλος μας όμως δεν εξαντλείται στην κάλυψη της ανάγκης. Είτε λειτουργούν σε κοινωνικούς χώρους, είτε σε σχολικές αίθουσες τα αλληλέγγυα σχολεία συγκροτούν κοινότητες μάθησης και δημοκρατίας, επιδιώκοντας διαρκώς την όλο και βαθύτερη εμπλοκή όλων των εκπαιδευτικών, γονιών και μαθητών στην κοινή καθημερινότητα και τη λήψη αποφάσεων.
Σε αυτή τη διαδρομή συναντηθήκαμε με πολλές προσπάθειες εντός του δημόσιου σχολείου που επιδιώκουν ένα σχολείο ανοιχτό στην κοινωνία και τα τοπικά κινήματα. Τα αλληλέγγυα σχολεία δεν επιδιώκουν να αποτελέσουν ένα νέο μοντέλο εκπαίδευσης. Μέσα από την εμπειρία μας ανακαλύπτουμε νέους τρόπους να συνυπάρχουμε, να συναποφασίζουμε, να λειτουργούμε. Γεννιούνται νέες πρακτικές με τις οποίες θέλουμε να μπολιάσουμε το δημόσιο σχολείο. Όμως, ακόμα και αν επιλέγουμε να είμαστε δίπλα στο δημόσιο σχολείο, ακόμα και αν επιλέγουμε να μη κλείνουμε τα μάτια στην ανάγκη, ταυτόχρονα επιλέγουμε να μη σιωπούμε.
Διεκδικούμε την ισότιμη πρόσβαση όλων στην εκπαίδευση και ένα σχολείο με ευαίσθητες κεραίες στους κοινωνικούς προβληματισμούς, χωρίς στερεότυπα, δημοκρατικό, συμπεριληπτικό. Ένα σχολείο που θα ωθεί τους νέους να δημιουργήσουν ένα μέλλον πιο δίκαιο, με σεβασμό στα δικαιώματα και στο περιβάλλον και δεν θα τους κατηγοριοποιεί ανάλογα με την ικανότητα προσαρμογής τους στις υπάρχουσες νόρμες.