της Ράνιας Καλαντζή
Εκπαιδευτικός, Πρόεδρος ΕΛΜΕ Σιβιτανιδείου
Η Επαγγελματική Εκπαίδευση στην χώρα μας, δεν θεωρείται μία ελκυστική επιλογή για τους απόφοιτους του Γυμνασίου και συχνά αποτελεί μία λύση ανάγκης για τους μαθητές και τις μαθήτριες που δεν έχουν καλές σχολικές επιδόσεις. Επιπλέον ένα μεγάλο ποσοστό των παιδιών που φοιτούν στα ΕΠΑΛ προέρχονται από οικογένειες με χαμηλά εισοδήματα ή από ευάλωτες κοινωνικές ομάδες.
Αυτό βέβαια δείχνει ότι η επαγγελματική εκπαίδευση παίζει ένα σημαντικό κοινωνικό ρόλο μειώνοντας την σχολική διαρροή και κρατώντας στο σχολείο παιδιά που δυσκολεύονται να προσαρμοστούν στο ακαδημαϊκό περιβάλλον της Γενικής Εκπαίδευσης.
Η δυνατότητα πρόσβασης των αποφοίτων των ΕΠΑΛ στα Πανεπιστήμια, ο θεσμός του μεταλυκειακού έτους μαθητείας και το πρόγραμμα «Μια Νέα Αρχή στα ΕΠΑΛ» , ήταν πολιτικές της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ που κινήθηκαν στην κατεύθυνση της αναβάθμισης της Επαγγελματικής Εκπαίδευσης
Ο νέος νόμος 5082/24 περί Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης (Ε.Ε.Κ.) που ψηφίστηκε πρόσφατα στην Βουλή και συμπληρώνει τον προηγούμενο 4763/20 μοιάζει να κινείται σε αντίθετη κατεύθυνση και δημιουργεί ανησυχίες
Αναδεικνύει κάποια βασικά ζητήματα που αφορούν την νέα εκπαιδευτική πολιτική στην χώρα μας, η οποία σε ό,τι αφορά την Ε.Ε.Κ. φαίνεται να πριμοδοτεί την κατάρτιση έναντι της εκπαίδευσης και να θέλει να εφαρμόσει πρακτικές της κατάρτισης στην τυπική λυκειακή εκπαίδευση
Σύνδεση με την αγορά εργασίας;
Με τους νέους νόμους για την ΕΕΚ δημιουργούνται μία σειρά από πολυπρόσωπα όργανα, η λειτουργία των οποίων θα οδηγήσει σε προβλήματα γραφειοκρατίας και ανεπιθύμητης πολυπλοκότητας. Μία από τις βασικές αρμοδιότητες που έχουν είναι να προτείνουν αλλαγές στο πρόγραμμα σπουδών και στις ειδικότητες που λειτουργούν στα κατά τόπους ΕΠΑΛ με βάση τις ανάγκες της τοπικής αγοράς
Όμως στην μεταβιομηχανική κοινωνία και στην οικονομία της γνώσης, η εκπαιδευτική πολιτική θα πρέπει να ενθαρρύνει την ανάπτυξη ενός βασικού πυρήνα γενικών γνώσεων και δεξιοτήτων που θα επιτρέπουν στους αποφοίτους να αντιμετωπίζουν ποικίλες προκλήσεις, να προσαρμόζονται σε ευέλικτους εργασιακούς ρόλους και να είναι προετοιμασμένοι για συνεχείς αλλαγές στον κόσμο της εργασίας και της κοινωνίας.
Η κατάρτιση προγραμμάτων σπουδών με βάση τις πρόσκαιρες ανάγκες των τοπικών οικονομιών μάλλον στενεύει και περιορίζει τις δυνατότητες των αποφοίτων παρά τους ανοίγει νέες επαγγελματικές ευκαιρίες.
Πρακτική άσκηση
Μία άλλη ρύθμιση του νέου νόμου είναι η εφαρμογή των «καλών πρακτικών» των Πρότυπων ΕΠΑΛ και στα υπόλοιπα σχολεία. Γι’ αυτές τις καλές πρακτικές όμως δεν υπάρχει καμία αποτίμηση και αξιολόγηση στα δύο χρόνια λειτουργίας των Πρότυπων ΕΠΑΛ. Μία από τις «καινοτομίες» τους -που τελικά δεν κατάφερε να δοκιμαστεί στα Πρότυπα- είναι η πρακτική άσκηση κατά την διάρκεια της φοίτησης στο σχολείο. Η εφαρμογή της πρακτικής άσκησης σε όλα τα ΕΠΑΛ μπορεί να προκαλέσει προβλήματα, κυρίως σχετικά με την ασφάλεια ανήλικων μαθητών και μαθητριών που θα βρίσκονται σε εργασιακούς χώρους κατά τη διάρκεια του σχολικού ωραρίου. Η ανάγκη για διασύνδεση με τους χώρους δουλειάς καλύπτεται απολύτως με το μεταλυκειακό έτος μαθητείας, που αφορά αποφοίτους ΕΠΑΛ και γίνεται μετά τη συμπλήρωση του 18ου έτους ηλικίας.
Τα Κέντρα Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης και οι συγχωνεύσεις σχολείων
Πάλι με στόχο την σύνδεση με την τοπική αγορά εργασίας προβλέπεται η δημιουργία Κέντρων Επαγγελματικής Εκπαίδευσης και Κατάρτισης (ΚΕΕΚ). Όμως τα περισσότερα ΕΠΑΛ στην Περιφέρεια αλλά και σε μεγάλα αστικά κέντρα δεν θα μπορέσουν να ενταχθούν σε Κ.Ε.Ε.Κ. Προκύπτουν έτσι εκπαιδευτικές δομές (Κ.Ε.Ε.Κ, ΕΠΑ.Λ ,Π.ΕΠΑ.Λ.) διαφορετικών ταχυτήτων και λειτουργιών. Προβλήματα επίσης θα δημιουργηθούν με τις επικείμενες αλλαγές στα Εργαστηριακά Κέντρα και τις μετακινήσεις των Τομεαρχών στα σχολεία.
Επίσης, για άλλη μία φορά, θα οδηγηθούμε σε συγχωνεύσεις συστεγαζόμενων σχολείων. Όμως στα ΕΠΑΛ έχουμε συχνά μεγάλο αριθμό παιδιών και οι συγχωνεύσεις θα οδηγήσουν -σε κάποιες περιπτώσεις- στη δημιουργία σχολικών μονάδων με υπερβολικά μεγάλο αριθμό μαθητών και εκπαιδευτικών, χωρίς να υπάρχει η κατάλληλη υλικοτεχνική υποδομή και οι αναγκαίες διοικητικές και υποστηρικτικές υπηρεσίες
Τα νέα αυτά σχολεία θα έχουν πάνω από 800-1000 μαθητές και πάνω από 100 εκπαιδευτικούς. Τόσο μεγάλες εκπαιδευτικές μονάδες είναι δύσκολα διαχειρίσιμες με πιθανό αποτέλεσμα την αύξηση φαινομένων βίας και παραβατικότητας, που ήδη αποτελούν μεγάλο πρόβλημα στα σχολεία.
Αντί να δημιουργεί το υπουργείο υπερμεγέθεις σχολικές μονάδες, καλό είναι να εστιάσει στην κατασκευή νέων κτιρίων με σύγχρονες προδιαγραφές, εξοπλισμό και πρόσβαση για ΑΜΕΑ, με στόχο το σύνολο της μαθητικής κοινότητας να απολαμβάνει υψηλής ποιότητας δημόσια εκπαίδευση, χωρίς διακρίσεις και αποκλεισμούς. Σε όλα ΕΠΑΛ, όπως και σε όλα τα σχολεία, είναι αναγκαία η παρουσία ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών με μόνιμες θέσεις εργασίας, προκειμένου να προσφέρουν αποτελεσματική υποστήριξη στα παιδιά και τις οικογένειές τους και να παρέχουν ουσιαστικό έργο.